Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 30 Μαΐου 2018

counter Τὸ Παράκλητον Πνεῦμα, ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας.


γράφει γιὰ τὴν «ΧΡ. ΒΙΒΛΙΟΓΡ.»
Ὁ Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

.             Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ μας, καὶ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς Πατέρες καὶ Διδασκάλους ὡς ἡ ψυχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο συγκροτεῖ ὁλόκληρο τὸ θεσμό της, καθὼς τονίζεται στὸ ἰδιαίτερα γνωστὸ στιχηρὸ τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς. Πάντα χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον βρύει προφητείας, ἱερέας τελειοῖ, ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξεν, ἁλιεῖς θεολόγους ἀνέδειξεν, ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας. Χωρὶς τὴν ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ χωρὶς τὰ χαρίσματά Του δὲν μπορεῖ οὔτε Ἐκκλησία νὰ ὑπάρξει, οὔτε Μυστήρια νὰ τελεσθοῦν, οὔτε ὁμολογία πίστεως νὰ γίνει, οὔτε ἁγιότητα βίου νὰ ἐπιτευχθεῖ.
.             Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ὁμίλησε καὶ συνεχίζει νὰ ὁμιλεῖ διὰ τῶν Προφητῶν. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο χαριτώνει καὶ φωτίζει τοὺς ἁγίους ἀνθρώπους, τελειοποιεῖ τοὺς ἱερεῖς, μεταβάλλει τὸν ἄρτο καὶ τὸν οἶνο σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ, ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ γινόμαστε ἐμεῖς οἱ πιστοὶ σύσσωμοι και σύναιμοι Χριστοῦ. Σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς παπικοὺς στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας τὰ πάντα συντελοῦνται μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὰ πάντα ἐπιτυγχάνονται μὲ τὴ χάρη καὶ τὴν ἐπενέργειά Του. Αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ Χριστὸς εἶχε προείπει τὴν ἔλευση καὶ γι’ αυτό παρότρυνε τοὺς Ἀποστόλους νὰ μὴν φύγουν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα ἕως ὅτου λάβουν τὴν ἐπαγγελία τοῦ Πατρός Του. Ὅταν θὰ ἔλθει ὁ Παράκλητος, εἶπε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, Ἐκεῖνος θὰ σᾶς διδάξει, θὰ σᾶς ὑπενθυμίσει τὸ τί ἔκανα καὶ τὸ τί εἶπα. «Ὅταν ἔλθῃ ὁ Παράκλητος, ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ Πατρός,τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ» (Ἰωάν, ιε΄ 26).
.             Την πεντηκοστὴ ἡμέρα μετὰ τὸ Πάσχα κατέβηκε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν» στὶς κεφαλὲς τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι φωτίσθηκαν καὶ ἄρχισαν νὰ λαλοῦν διάφορες γλῶσσες. Ἔκτοτε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔμεινε μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ θὰ μένει μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο ποὺ δίδει τὴν πνευματικότητα στὶς ζῶσες ὑπάρξεις. «Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται καὶ καθάρσει ὑψοῦται λαμπρύνεται…». Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ζεῖ μέσα στὴν Εκκλησία διὰ τῶν Μυστηρίων. Ἀνασταίνει τὶς ψυχές, συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες, δίδει τὰ χαρίσματα, χρίει τοὺς πιστούς, δίδει τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν στὴν ἐξομολόγηση, μετουσιάζει τὰ Τίμια Δῶρα κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία. Στὴν ἱερωσύνη δίδει τὰ χαρίσματα στὸν χειροτονηθέντα, στὸ γάμο ἑνώνει δύο ὑπάρξεις, στὸ εὐχέλαιο δίδει τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καὶ ἐνεργεῖ στὴν ἴαση τῆς ἀσθενείας.
.             Ἰδιαιτέρως τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐνεργεῖ σὲ κάθε Χριστιανὸ καὶ μάλιστα δυναμικὰ δίνοντάς του οὐράνιες δωρεές, ὅπως εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ἡ πραότητα, ἡ χρηστότητα, ἡ πίστη, ἡ ἀγαθοσύνη. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο εἶναι ἐκεῖνο ποὺ φωτίζει τὸν Χριστιανὸ νὰ ἐννοεῖ τὸ θεῖο λόγο στὸ κήρυγμα, στὴ μελέτη. Ὕστερα τὸν ἐνισχύει στὸν ἀγῶνα τὸν πνευματικὸ κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ στὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν.
.             Ἐνεργεῖ, ὅμως, σ’ ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς τὸ Πανάγιο Πνεῦμα; Ὄχι, δὲν ἐνεργεῖ σὲ ὅλους. Δὲν ἐνεργεῖ σὲ αὐτοὺς ποὺ ἐμμένουν στὴν ἁμαρτία, στοὺς ἀδιάφορους, στοὺς τυπολάτρες. Αὐτοὶ εἶναι τὰ ἀσθενικὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὑπάρχουν στὴν Εκκλησία οἱ ὑγιεῖς πιστοὶ καὶ οἱ ἀσθενεῖς πιστοί. Οἱ ἀσθενεῖς πιστοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ δὲν ἐκτελοῦν τὰ πνευματικὰ τους καθήκοντα. Σὲ αὐτούς, λοιπόν, δὲν ἐνεργεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, διότι Αὐτὸ δὲ μπορεῖ νὰ πλησιάσει τὴν ἁμαρτία. Αὐτὸς ποὺ ἁμαρτάνει, εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας: «Πᾶς ὁ ἁμαρτάνων οὐχ ἑώρακεν αὐτὸν οὐδὲ ἔγνωκεν αὐτόν» (Α´ Ἰωάν, γ´ 6). Πρέπει ὁ ἁμαρτάνων νὰ στραφεῖ στὴ μετάνοια, γιὰ νὰ ἐνεργήσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ νὰ τὸν βοηθήσει, ὥστε νὰ φέρει εἰς πέρας τὴ σωτηρία του.
.             Ὅλοι μας ἔχουμε τὴν ἀνάγκη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει καθορίσει αὐτὴν τὴν ὡραία προσευχὴ ποὺ λέγεται ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μέχρι τὸ Μέγα Σάββατο, τὸ «Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν καὶ ζωῆς χορηγὸς, ἐλθὲ, καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλίδος, καὶ σῶσον, Ἀγαθέ, τὰς ψυχὰς ἡμῶν». Παρακαλοῦμε τὸν Κύριο νὰ εἶναι πάντα μέσα μας τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Τὸ ἴδιο μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τὸ Πνεῦμα μὴ σβέννυτε» (Α΄ Θεσ. ε΄ 19). Ἂς προσέξουμε, λέει, μὴ χάσουμε τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ πότε τὴ χάνουμε; Ὅταν ἐμμένουμε στὴν ἁμαρτία, ὅταν δὲν προσπαθοῦμε νὰ μειώσουμε ὁρισμένα ἐλαττώματα. Γι’ αὐτὸ συνέχεια πρέπει νὰ λέμε τὸ «Βασιλεῦ Οὐράνιε», ἀφοῦ εἶναι ἀπαραίτητο τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο μέσα στὶς καρδιές μας, γιὰ νὰ ἔχουμε ζωὴ πνευματική. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ζωογονεῖ: «Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται, καὶ καθάρσει ὑψοῦται λαμπρύνεται…». Αὐτὸ καθαρίζει τὴν ψυχή, τὴν ἐξυψώνει, τὴν κάνει, ὅπως τὴ θέλει ὁ Θεός μας.
.             Τώρα γιατί ἀπὸ τὸ Μέγα Σάββατο ἕως τὴν Πεντηκοστὴ δὲν λέμε τὸ «Βασιλεῦ Οὐράνιε»; Ἀπεδήμησε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο; Ἀνέβηκε στοὺς οὐρανοὺς μαζὶ μὲ τὸν Χριστό; Ὄχι, ἀλλὰ δὲν εἶχε ἔλθει ἀκόμα. Μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου κατῆλθε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο καὶ ἡ Ἐκκλησία μας ἔτσι τὸ θέσπισε, γιατὶ αὐτὲς τὶς ἡμέρες, τὸ λόγο ἔχει ὁ Χριστός μας, ὁ ἀναστημένος μας Ἰησοῦς, ὁ ὁποῖος ἦλθε γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο. Ὁ Πατήρ δημιούργησε, ὁ Χριστὸς ἔσωσε, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο συντηρεῖ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία ὅλον τὸν κόσμο. Εἶναι μονίμως ἐδῶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, τὸ τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐνεργεῖ, θαυματουργεῖ, συντηρεῖ τὴν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτὸ ὅποιος τὰ βάζει μὲ αὐτὴν τὰ βάζει μὲ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Εἶναι δυνατὸ νὰ νικηθεῖ ὁ Θεὸς ποτέ;
.             Ἡ πα­ρου­σί­α καὶ ἡ ἀ­πο­στο­λὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύ­μα­τος μέ­σα στὸν κό­σμο μαρ­τυ­ρεῖται ἀ­πὸ τὶς πολ­λὲς βι­βλι­κὲς ἀ­να­φο­ρὲς τό­σο στὴν Πα­λαιὰ ὅ­σο καὶ στὴν Και­νὴ Δια­θή­κη. Κα­τὰ τὴ δη­μιουρ­γί­α τοῦ κόσμου «πνεῦ­μα Θε­οῦ ἐ­πε­φέ­ρε­το ἐ­πά­νω τοῦ ὕ­δα­τος» (Γεν. α΄ 2). Στὸν κα­τα­κλυ­σμὸ τῆς ἐποχῆς τοῦ Νῶε ὁ Θεὸς «ἐ­πή­γα­γε πνεῦ­μα ἐ­πὶ τὴν γῆν καὶ ἐ­κό­πα­σε τὸ ὕ­δωρ» (Γεν. δ΄ 1). Στὴν ὠ­δὴ τοῦ Μω­ϋ­σέως, με­τὰ τὴν ἔ­ξο­δο, δο­ξο­λο­γεῖ­ται ὁ Θε­ὸς μὲ τὴ φράση: «Ἀ­πέ­στει­λας τὸ πνεῦ­μά σου, ἐ­κά­λυ­ψεν αὐ­τοὺς θά­λασ­σα, ἔ­δυ­σαν ὡσεὶ μό­λι­βος ἐν ὕδα­τι σφο­δρῷ» (Ἐξ. ιε΄ 10). Ἐ­πί­σης ὁ Μω­υ­σῆς εὐ­λο­γεῖ τὸν Ἰ­η­σοῦ τοῦ Ναυ­ῆ ὅ­τι «οὗ­τος ἐνε­πλή­σθη πνεύ­μα­τος συ­νέ­σε­ως» (Δευτ. λε΄ 9)», καὶ στὸν 50ο ψαλ­μὸ χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὡς πνεῦμα «εὐ­θές», «ἅγιον», «ἡ­γε­μο­νι­κόν, ἐ­νῶ ἡ Σοφία Σο­λομῶντος τὸ χα­ρα­κτη­ρί­ζει πνεύ­μα «φι­λάν­θρω­πον» (Σοφ. Σολ. α΄ 5).
.             Τέ­λος τὸ Ἅγιον Πνεύῦμα εἶναι τὸ «λα­λῆσαν διὰ τῶν προ­φη­τῶν». Ὁ προ­φή­της Ἡ­σα­ΐ­ας ση­μειώ­νει: «Πνεῦ­μα Κυ­ρί­ου ἐπ’ ἐ­μέ, οὗ ἕνε­κεν ἔχρι­σέ με» (Ἡσ. ξ´ 1) καὶ ὁ Ἰε­ζε­κι­ήλ ση­μειώ­νει: «…καὶ ἦλ­θεν ἐπ’ ἐ­μὲ πνεῦμα καὶ ἔ­στη­σέ με ἐ­πὶ τοὺς πό­δας μου καὶ ἐ­λά­λη­σε πρός με…» (Ἰεζ. γ΄ 24).
.             Πε­ρισ­σό­τε­ρο ἐν­δει­κτι­κὲς πε­ρὶ τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, σχε­τι­κὰ μὲ τὴν ἔ­λευ­ση καὶ μὲ τὸ ἔρ­γο Του μέ­σα στὴν Ἐκ­κλη­σί­α, εἶ­ναι οἱ ἀνα­φο­ρὲς στὴν Και­νὴ Δια­θή­κη. Κατ’ ἀρ­χὴν ἡ Γέν­νη­ση τοῦ Χρι­στοῦ «ἐκ πνεύ­μα­τος ἐ­στὶν ἁ­γί­ου» (Ματ­θ. α΄ 21). Στὸν Εὐαγ­γε­λι­σμὸ τῆς Θε­ο­τό­κου ὁ Ἀρχάγ­γε­λος Γα­βρι­ὴλ θὰ τῆς ἀ­πα­ντή­σει στὴν ἔκ­πλη­ξή της: «Πνεῦ­μα Ἅ­γιον ἐ­πε­λεύ­σε­ται ἐ­πὶ σὲ καὶ δύ­να­μις Ὑ­ψί­στου ἐ­πι­σκιά­σει σοι», (Λουκ. α΄ 35). Στὴν ἔ­ρη­μο ὁ Ἰω­άν­νης ἐπα­να­λαμ­βά­νει: «Ἐγὼ μὲν βα­πτί­ζω ὑ­μᾶς ἐν ὕ­δα­τι εἰς με­τά­νοιαν, ὁ δὲ ὀ­πί­σω μου ἐρχό­με­νος…βα­πτί­σει ὑ­μᾶς ἐν Πνεύ­μα­τι Ἁ­γί­ῳ καὶ πυ­ρί» (Ματ­θ. γ´ 11).
.             Ἐ­πί­σης ἔ­χου­με καὶ αἰ­σθη­τὴ τὴν πα­ρου­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύματος κα­τὰ τὴ Βά­πτι­ση τοῦ Κυ­ρί­ου: «Ἐ­γέ­νε­το ἀ­νε­ω­χθῆ­ναι τοὺς οὐ­ρα­νοὺς καὶ κα­τα­βῆ­ναι τὸ πνεῦ­μα τὸ Ἅ­γιον σω­μα­τι­κῶς ἐν εἴ­δει πε­ρι­στε­ρᾶς» (Λουκ. γ΄ 21-22). Κα­τὰ τὴ Με­τα­μόρ­φω­ση τοῦ Κυρίου «…Ἰ­δοὺ νε­φέ­λη φω­τει­νὴ ἐ­πε­σκί­α­σεν αὐ­τούς» (Ματ­θ. ιζ΄ 5). Πρό­κει­ται, κα­τὰ τοὺς πα­τέ­ρες, γιὰ τὴν πα­ρου­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύμα­τος ὡς «φω­τει­νῆς νε­φέ­λης», ποὺ «ἐπε­σκί­α­σε» τοὺς μα­θη­τὲς τοῦ Κυ­ρί­ου.
.             Τέ­λος, ἔχου­με τὴν αἰ­σθη­τὴ πα­ρου­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος κα­τὰ τὴν ἡμέ­ρα τῆς Πε­ντη­κο­στῆς, ὅ­ταν οἱ μα­θη­τὲς «ὤ­φθη­σαν αὐτοῖς δια­με­ρι­ζό­με­ναι γλῶσ­σαι ὡ­σεὶ πυ­ρός …ἐ­πλή­σθη­σαν ἅ­πα­ντες Πνεύ­μα­τος Ἁγί­ου» (Πραξ. β´ 1-3).
.             Εἶ­ναι αὐ­στη­ρὴ ἐξ ἄλλου ἡ προ­ει­δο­ποί­η­ση τοῦ Κυ­ρί­ου, ὅ­σον ἀ­φο­ρᾶ τὴ βλα­σφη­μί­α κα­τὰ τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ποὺ ση­μαί­νει, κατὰ τοὺς πα­τέ­ρες, τὴν ἀ­με­τα­νο­η­σί­α τοῦ ἀν­θρώ­που καὶ τὴν παραμο­νή του στὴν ἁ­μαρ­τί­α. «Ἀ­μὴν λέ­γω ὑ­μὶν· Ὃς ἂν βλα­σφη­μή­σῃ εἰς τὸ Πνεῦ­μα τὸ Ἅ­γιον οὐκ ἔ­χει ἄ­φε­σιν εἰς τὸν αἰῶ­να, ἀλ­λ’ ἔ­νο­χος ἐ­στὶν αἰω­νί­ου κρί­σε­ως» (Μάρ­κ. γ´ 28-29).
.             Ὁ Κύ­ριος λί­γο πρὶν ἀπὸ τὸ Πά­θος Του ὑπο­σχέθηκε­ στοὺς μαθη­τές Του τὴν ἀ­πο­στο­λὴ τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ὡς Πα­ρα­κλή­του, δη­λα­δή, ὡς ἐ­νι­σχυ­τοῦ στὸ ἔρ­γο τους. Τοὺς εἶπε: «…Καὶ ἐ­γὼ ἐ­ρω­τή­σω τὸν πα­τέ­ρα καὶ ἄλ­λον πα­ρά­κλη­τον δώ­σει ὑ­μῖν… τὸ πνεύῦμα τῆς ἀλη­θεί­ας» (Ἰω­άν. ιδ΄ 15), γιὰ νὰ ἐπαναλάβει στη συ­νέ­χεια: «…Ὁ δὲ πα­ρά­κλη­τος, τὸ Πνεῦ­μα τὸ Ἅ­γιον, Ὃ πέμ­ψει ὁ Πα­τὴρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, Ἐκεῖ­νος ὑ­μᾶς δι­δά­ξει πά­ντα…» (Ἰωάν. ιε´ 25-26). Κα­τὰ τὸν Ἅγιο Κύριλλο, Ἐπί­σκο­πο Ἱε­ρο­σο­λύ­μων, «κα­λεῖ­ται τὸ πνεῦ­μα πα­ρά­κλη­τος, ὡς πα­ρη­γο­ροῦν ἡ­μᾶς, βο­η­θοῦν τὰς ἀ­σθε­νεί­ας ἡ­μῶν καὶ ἐντυγ­χά­νων ὑ­πὲρ ἡ­μῶν».
.             Μὲ τὴν πα­ρου­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος οἱ Α­πό­στο­λοι συνέχισαν τὸ ἔρ­γο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐ­τὸ καὶ ἡ ἀ­πο­στο­λι­κὴ πε­ρί­ο­δος εἶ­ναι κατ’ ἐ­ξο­χὴν ἁγιοπνευ­μα­τι­κή, ση­μεῖ­ον ἀ­να­φο­ρᾶς στὴν ἀ­νὰ τὴν οἰκουμένη πο­ρεί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἔτσι, ἡ εἴ­σο­δος τῶν ἐ­θνι­κῶν στὴν Ἐκ­κλη­σί­α, ὅ­πως ἀπο­φά­σι­σε ἡ Ἀ­πο­στο­λι­κὴ Σύ­νο­δος (48 μ.Χ.), θε­ω­ρεῖ­ται ὡς καρ­πὸς τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος ἀ­φοῦ «…ἔ­δο­ξε τῷ Ἁ­γί­ω Πνεύ­μα­τι καὶ ἡ­μῖν» (Πραξ. ιε΄ 28) γρά­φουν οἱ Ἀ­πό­στο­λοι στοὺς Χρι­στια­νοὺς τῆς Ἀντιοχεί­ας.
.             Στὴ συ­νέ­χεια ὁ Ἀπόστολος Παῦ­λος μᾶς πλη­ρο­φο­ρεῖ γιὰ τὶς «δω­ρε­ὲς» καὶ τὰ «χα­ρί­σμα­τα» τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Ση­μειώ­νει στὴν πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολή του «Α´ Κορ. ιδ´ 4»: «Διαι­ρέ­σεις χα­ρι­σμά­των εἰσί, τὸ δὲ αὐ­τὸ Πνεῦ­μα. Ἑ­κά­στῳ δὲ δί­δο­ται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύ­μα­τος πρὸς τὸ συμ­φέ­ρον». Ὑπάρ­χουν χαρίσματα «ἔκτα­κτα» (π.χ. προ­φη­τεί­α, γλωσ­σο­λα­λί­α κ.α.) καὶ χαρίσμα­τα «μόνι­μα». Γι’ αὐ­τὸ ση­μειώ­νει: «Εἴ­τε προ­φη­τεῖ­αι καταργη­θή­σον­ται, εἴτε γλῶσσαι παύσονται (Α΄ Κορ. ιγ΄ 8) «Νυ­νὶ μέ­νει πί­στις, ἐλ­πίς, ἀγά­πη, τὰ τρί­α ταῦ­τα, μεί­ζων δὲ τού­των ἡ ἀγάπη» (Α´ Κορ. ιγ´13). Κι ἔ­τσι φθά­νου­με στὰ «μό­νι­μα» χα­ρί­σμα­τα τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ὅπως εἶ­ναι, κυ­ρί­ως, ἡ ἀ­γά­πη, ἡ ὁ­ποί­α «ουὐδέ­πο­τε ἐκ­πί­πτει» καὶ συ­μπλη­ρώ­νει: «ζη­λοῦτε …τὰ χα­ρί­σμα­τα τὰ κρείτ­το­να…ζη­λοῦ­τε τὰ πνευ­μα­τι­κά» (Α΄ Κορ. ιβ΄ 31). Καὶ τέ­τοια χα­ρί­σμα­τα, ὡς καρ­πὸς τοῦ πνεύ­μα­τος, «…ἐ­στίν ἀ­γά­πη χα­ρά, εἰ­ρή­νη, μα­κρο­θυ­μί­α, χρη­στό­της, ἀγα­θω­σύ­νη, πί­στις, πρα­ό­της, ἐ­γκρά­τεια… (Γαλ. ε΄ 22). Ἔ­τσι ὁ ἄνθρω­πος γί­νε­ται «πνευ­μα­τι­κὸς» καὶ «χαρισματι­κός».
.             Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη περιγράφεται ἕνα περιστατικὸ κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ πατριάρχης Ἀβραὰμ φιλοξένησε τρεῖς ἄνδρες στὴ σκηνή του (Γένεση, κεφάλαιο 18). Ὁ Ἀβραὰμ δέχτηκε τὸν Θεὸ ὡς Τριάδα Προσώπων, τὰ Ὁποῖα παρουσιάσθηκαν ὡς ἄνδρες ἀγγελιοφόροι. Οἱ τρεῖς Ἄγγελοι δηλαδὴ ποὺ δέχθηκε ὁ Ἀβραὰμ ἦταν ἄκτιστοι, ἦταν τὰ τρία πρόσωπα τοῦ Θεοῦ μας, Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὑπάρχει καὶ ἕνα Τροπάριο τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἐκφράζει αὐτή τὴν ἀποψη, ψαλλόμενο τὴν Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου. «Μέτοικος ὑπάρχων ὁ ᾿Αβραάμ, κατηξιώθη τυπικῶς ὑποδέξασθαι, ἑνικὸν μὲν Κύριον ἐν τρισὶν ὑποστάσεσιν, ὑπερούσιον, ἀνδρικαῖς δὲ μορφώσεσιν (Κανὼν Μεσονυκτικοῦ, ᾠδὴ ϛ´). Ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὴ φιλοξενία τοῦ Ἀβραὰμ γράφει: «Ὤφθη δὲ αὐτῷ ὁ Θεὸς πρὸς τῇ δρυΐ τῇ Μαμβρῇ» (Γέν. ιη´ 1).
.             Τώρα γιὰ τὸ πῶς γίνεται ὁρατὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἂν αὐτὸ τοὺς συνοδεύει στὴ ζωή τους ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ σὲ συζήτησή του μὲ τὸν Μοτοβίλωφ εἶπε:
– Στὴν ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε, φθάσαμε σὲ τέτοια χλιαρότητα πίστεως καὶ σὲ τέτοια ἔλλειψη εὐαισθησίας ὡς πρὸς τὴν κοινωνία μας μὲ τὸν Θεό, ποὺ ἔχουμε ἀπομακρυνθεῖ ὁλοκληρωτικὰ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ χριστιανικὴ ζωή. Ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰακώβ, ὁ Μωϋσῆς εἶδαν τὸν Θεό. Ἡ στήλη τῆς πύρινης νεφέλης, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, χρησίμευε γιὰ ὁδηγὸς στὸν Ἑβραϊκὸ λαὸ μέσα στὴν ἔρημο. Οἱ ἄνθρωποι ἔβλεπαν τὸν Θεὸ καὶ τὸ Πνεῦμά Του ὄχι σὲ ὄνειρο ἢ σὲ ἔκσταση, προϊόντα ἀρρωστημένης φαντασίας, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα. Ἔτσι ἀπρόσεκτοι ποὺ γίναμε, ἀντιλαμβανόμαστε τὰ λόγια τῆς Γραφῆς ἀλλοιώτικα ἀπ’ ὅ,τι θὰ ἔπρεπε. Καὶ ὅλα αὐτὰ γιατὶ ἀντὶ νὰ ἀναζητοῦμε τὴ χάρη, τὴν ἐμποδίζουμε νὰ ἔλθει νὰ κατοικήσει στὶς ψυχές μας ἀπὸ διανοητικὴ ὑπεροψία.
.             Μὴ λησμονοοῦμε ὅτι ὁ Αδάμ δημιουργήθηκε ζῶον, ὅμοιο μὲ τὰ ἄλλα πλάσματα ποὺ ζοῦν στὴ γῆ, ἂν καὶ ἀνώτερος ἀπὸ ὅλα αὐτά. Θὰ ἔμενε ζῶο, ἂν δὲν εἶχε δεχθεῖ «τὴν πνοὴ τῆς ζωῆς», τὸ πνεῦμα, ποὺ τὸν ἔκανε συγγενῆ μὲ τὸν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος μόνο ζωοποιήθηκε ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἐνοικεῖ μέσα του.
.             Τὸ δυστύχημα εἶναι, ὅτι ἐμεῖς προχωρώντας στὴν ἡλικία δὲν αὐξάνουμε στὴ σοφία, ὅπως ὁ Κύριός μας ( Λουκ. β΄ 52), ἀλλὰ ἀντίθετα φθειρόμαστε ὅλο καὶ περισσότερο καὶ γινόμαστε ἁμαρτωλοί, ἀπεχθῶς μάλιστα ἁμαρτωλοί, ἀφοῦ χάσαμε τὴ χάρη ποὺ εἴχαμε δεχθεῖ στὴν ἀρχή. Ἂν παρ’ ὅλα αὐτὰ ὁ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος ἀποφασίσει νὰ ξαναγυρίσει στὸν Θεὸ ἀκολουθώντας τὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας, πρέπει νὰ ἐξασκήσει τὶς ἀρετές, τὶς ἀντίθετες πρὸς τὰ ἀμαρτήματα ποὺ εἶχε διαπράξει. Θὰ ξαναβρεῖ τότε μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ ἐνεργεῖ καὶ νὰ θεμελιώνει τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ, «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστιν » (Λουκ . ιζ´ 21), καὶ «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν» ( Ματθ . ια´ 12).
.             Σὲ δεύτερη ἐρώτηση τοῦ Μοτοβίλωφ γιὰ τὸ πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀναγνωρίσει τὴ διαφορὰ ἀνάμεσα στὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ στὴν ἐνέργεια τοῦ ἄρχοντος τοῦ σκότους ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ ἀπάντησε:
.             «Τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ «ἐπαναφέρει ἀδιάκοπα στὴ μνήμη μας τὰ λόγια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ γεμίζει τὶς καρδιές μας μὲ χαρὰ καὶ εἰρήνη, ἐνῶ τὸ σατανικὸ πνεῦμα, τὸ πονηρόν, ἐργάζεται κατ’ ἀντίστροφη ἔννοια. Οἱ ἐνέργειες του ἐπάνω μας εἶναι θορυβώδεις, μᾶς παρακινοῦν πρὸς τὴν ἀνταρσία καὶ μᾶς κάνουν σκλάβους τῆς σαρκικῆς ἁμαρτίας, τῆς ματαιοδοξίας καὶ τῆς ὑπερηφάνειας.
.             Ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐμφανίζεται σὰν ἕνα ἄρρητο φῶς σὲ ὅλους αὐτοὺς ποὺ ὁ Θεὸς ἐπιθυμεῖ νὰ φανερωθεῖ. Ἐμφανίζεται μὲ χαρὰ καὶ εἰρήνη, μὲ γλυκύτητα, μὲ θερμότητα, ποὺ καὶ στὸ χιόνι μέσα νὰ εἶσαι χωμένος νομίζεις ὅτι εἶσαι μέσα σὲ ἀτμόλουτρο καὶ μὲ εὐωδία ἀσύγκριτη.
.             Ἔτσι ὅταν ἡ Θεία Χάρις κατοικεῖ μέσα στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεως μας, στὴν καρδιά μας. «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ἡμῶν ἐστί» ( Λουκ. ιζ΄ 21). Μὲ τὴ φράση «βασιλεία τοῦ Θεοῦ » ἐννοεῖ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὴ ἡ βασιλεία βρίσκεται τώρα μέσα μας, μᾶς θερμαίνει, μᾶς φωτίζει, εὐχαριστεῖ τὶς αἰσθήσεις μας καὶ γεμίζει μὲ ἀγαλλίαση τὴν καρδιά μας. Ἡ τωρινή μας κατάσταση μοιάζει μὲ αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει: «οὐκ ἐστίν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρῶσις καί πόσις, ἀλλὰ δικαιοσύνη καὶ εἰρήνη καὶ χαρὰ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ » (Ρωμ. ιδ΄ 17).
.             «Όσο γιὰ τὴ διαφορετικὴ κατάσταση μεταξὺ μοναχῶν καὶ λαϊκῶν ἐνώπιον Θεοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι πιστεύω ὅτι δὲν ὑπάρχει. Ἀπὸ ὅλους μας ὁ Θεὸς ζητάει μιὰ καρδιὰ γεμάτη πίστη καὶ ἀγάπη. Ἐκεῖ βρίσκεται ὁ θρόνος στὸν ὁποῖο ἀρέσκεται νὰ κάθεται καὶ ἐκεῖ ἐμφανίζεται μέσα στὴν πληρότητα τῆς δόξης Του. «Υἱέ, δός μοι σὴν καρδίαν» (Παροιμ. κγ´ 26) καὶ τὰ ὑπόλοιπα θὰ σοῦ τὰ δώσω ἐγὼ πολλαπλάσια. Ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νὰ χωρέσει τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. « Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην Αὐτοῦ», λέγει ὁ Κύριος στοὺς μαθητές Του «καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. ϛ´ 33). « Οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρήζετε τούτων ἁπάντων».
.             Ὁ Ἅγιος Σιλουανός, ὁ νεοφανὴς αὐτὸς νηπτικὸς πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπαναλάμβανε ὅτι, ἡ ψυχὴ ποὺ διακατέχεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θλίβεται, ὅταν βλέπει τὸν ἄλλο νὰ ὑποφέρει. Ποθεῖ καὶ γι’ αὐτὸν καὶ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο τὴν ἴδια χάρη ποὺ καὶ αὐτὴ ἔλαβε. Ἐπιθυμεῖ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ γνωρίσουν τὴν ἴδια ὀμορφιά, νὰ μετανοήσουν, νὰ δοῦν τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀνακαλύψουν τὴν εὐσπλαχνία Του καὶ νὰ σωθοῦν. Ἐπιθυμεῖ τὸ κακὸ νὰ ἐκδιωχθεῖ ἀπὸ τὴ γῆ καὶ νὰ βασιλεύσει ἡ εἰρήνη. Ἡ ἀγάπη, ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη, δὲν ἀνέχεται τὴν ἀπώλεια οὔτε μιᾶς ψυχῆς. Ὁ ἀδελφός μας εἶναι ἡ ζωή μας. Θὰ δοξασθοῦν αὐτοὶ πού, ἐπειδὴ ἦταν πλήρεις ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὑπέμειναν τὸν πόνο ὅλου τοῦ κόσμου.
.             Τὰ δάκρυα ἔτρεχαν ἀσταμάτητα στὰ μάτια τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο καὶ ἡ καρδιά του πονοῦσε γιὰ ὅλη τὴν κτίση ποὺ ζοῦσε μακριὰ ἀπὸ τὸν Ποιητὴ καὶ Δημιουργό της. Ἡ προσευχή του μὲ πόνο βαθὺ ἀνέβαινε πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἔλεγε: «Δέομαι Σου, ἐλεῆμον Κύριε, ἵνα γνωρίσωσί Σε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ πάντες οἱ λαοὶ τῆς γῆς»..             Στὰ νέα οἰκονομικὰ δεδομένα τῆς καθημερινότητας μποροῦσε κανεὶς μέχρι ἕνα σημεῖο νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ πράγματα μέσω μιᾶς καταναλωτικῆς μανίας. Σήμερα, ὅμως, ποὺ στένεψαν τὰ οἰκονομικά, ὅσο ποτὲ ἄλλοτε, ἐρχόμαστε νὰ ἀντιμετωπίσουμε καὶ τὸν ἐσωτερικό μας ἑαυτό. Ἕνα κενὸ ἀπὸ πνευματικὰ ἐφόδια ποὺ δύσκολα τὸ ἀναγνωρίζουμε.
.             Ἡ βοήθεια τῶν Ἁγίων ἀφ’ ἑνὸς μᾶς θεραπεύει μὲ τὴν ὑπομονή, γιατὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ ἀπελπισία, ἡ ἀπομόνωση μᾶς φέρνουν σὲ μιὰ αὐτοεξέταση. Ἀφ’ ἑτέρου τὸ «μὴ ἀπελπίζου» τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἀναδιάταξη τῶν προτεραιοτήτων μας.
.             Νὰ γεμίζουμε μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀνορθώσεως σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ζωῆς μας. Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι σὲ αὐτὴ τὴν τραγικότητα τῆς ἀπελπισίας, μόνο ἄνθρωποι ποὺ βιώνουν τὸν πόνο, τὴ δυστυχία τοῦ ἄλλου, μποροῦν νὰ προσφέρουν λύσεις. Μόνο ἄνθρωποι ποὺ ἐνοικεῖ μέσα τους τὸ Πανάγιο Πνεῦμα. Ἂς τὸ ἐπιζητοῦμε, λοιπόν, πάντοτε λέγοντας «Βασιλεῦ οὐράνιε, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν», καὶ ἂς μὴν τὸ λυποῦμε, ἀλλὰ νὰ τὸ χαροποιοῦμε μὲ τὴ συμπεριφορὰ καὶ τὶς πράξεις σωφροσύνης καὶ εὐποιΐας μας, γιὰ νὰ χαιρόμαστε καὶ ἐμεῖς μόνιμα κοντά Του.

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου