counter
Γράφει γιὰ τὴν «ΧΡΙΣΤ. ΒΙΒΛΙΟΓΡ.»
ὁ Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καρποφορεῖ στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν μοναδικούς, εὔγευστους καὶ σπάνιους πνευματικοὺς καρπούς, σύμφωνα μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, καρποὺς ἐπίπονης καὶ σκληρῆς ἀπὸ αὐτοὺς καλλιεργείας. Τοὺς παραθέτει στὴν πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολή του, ὅπου ξεδιπλώνει μιὰ λίστα ὁλόκληρη ἀπὸ δωρεὲς, μιὰ συγκομιδὴ καρπῶν πνευματικῶν: «Ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. ε´ 22 – 23).
. Ὁ Θεός μας, ὡς καλὸς σπορέας, σπέρνει στὶς καρδιὲς κάθε πιστοῦ, στὶς καρδιὲς ὅλων μας, ποικιλία ἀγαθῶν σπερμάτων. Τὶς σπέρνει μὲ τὸ ἱερὸ μυστήριο τοῦ χρίσματος, τὸ ὁποῖο ἀκολουθεῖ τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος, ὅταν ὁ ἱερέας σφραγίζει τὸ νεοφώτιστο στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ λέγει: «Σφραγὶς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου. Ἀμήν». Ἡ ὡρίμανση, ὅμως, τῶν ἀγαθῶν σπερμάτων καὶ τὸ μέγεθος τῆς καρποφορίας τους ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὴν εὔφορη γῆ τῶν καρδιῶν μας, δηλαδή, τὴν ἀγαθή μας προαίρεση.
. Ὁ Καλὸς σπορέας, ὁ Θεός μας, ἔσπειρε μὲ πλούσιες εὐλογίες ἀγαθὰ σπέρματα καὶ στὴν καρδιὰ τοῦ Γέροντος Γαβριήλ. Καὶ ἡ εὔφορη γῆ τῆς καρδιᾶς του ἔδωσε μεγάλη καρποφορία, γιατὶ ὁ Γέροντας μιμούμενος τὸν Σπορέα Θεὸ σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ ἔσπειρε «ἐπ’ εὐλογίαις» καὶ θέρισεν «ἐπ’ εὐλογίαις» (Β´ Κορ. θ´ 6). Τὸ κατὰ πόσον τὸ Ἅγιον Πνεῦμα κατοικοῦσε στὴν καρδιὰ τοῦ Γέροντος γίνεται φανερὸ ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς καρπούς του, καρποὺς συμφώνους μὲ αὐτοὺς τοὺς ὁποίους ἀναφέρει Ἀπόστολος Παῦλος, τὴν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, ἀγαθωσύνη, πίστη, πραότητα καὶ ἐγκράτεια. Ὅλα τὰ χαρίσματα αὐτὰ ποὺ εἶναι θεόσδοτα διέκριναν καὶ σφράγιζαν τὴν ἐπίγεια ζωὴ τοῦ Γέροντος Γαβριήλ, τοῦ πνευματοκινήτου, ὅπως μὲ φτωχὰ λόγια, ἐμπρὸς στὸ πλούσιο μεγαλεῖό του, προσπαθοῦμε νὰ ἀναλύσουμε.
. Ἀγάπη. Ὅπως δὲν χωράει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς τὸ μέγεθος τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ μας, ἔτσι δὲν χωράει καὶ τὸ μέγεθος τῆς ἀγάπης τοῦ Γέροντος Γαβριήλ, ποὺ δίκαια ἐπονομάζεται «ὁ Γέροντας τῆς ἀγάπης», ἀφοῦ ἡ προσφερόμενη καρδιά του ἦταν ποταμὸς ἀστείρευτος κενωτικῆς ἀγάπης. Εἶχε ἕνα μεγαλεῖο μοναδικό, θυσιαστικό, ποὺ μᾶς θύμιζε τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ μας. Ὁ Γέροντας ἦταν πραγματικὸς πατέρας. Ξεχνοῦσε τὸ «ἐγώ» καὶ τοῦ ἄρεσε συνεχῶς νὰ δίνει διδάσκοντάς μας ταυτόχρονα μὲ τὰ λόγια: «Ὅποιος παίρνει γεμίζει τὰ χέρια του, ὅποιος δίνει γεμίζει τὴν καρδιά του».
. Τὸ «ἀγάπα τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν» (Ματθ. κβ´ 39) εὕρισκε πραγμάτωση στὸ πρόσωπο τοῦ Γέροντος καθὼς καὶ ὁ Παύλειος λόγος: «Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, οὐ ζηλεῖ… πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ὑπομένει, ἡ ἀγάπη οὐδέποτε εκπίπτει». (Α´ Κορ. ιγ´ 4-8).
. Στὶς ἡμέρες μας ὁ κόσμος τῆς ἀγάπης μέσα στὸν ὁποῖο ἤθελε νὰ ζεῖ ὁ Γέροντας Γαβριὴλ ἔχει βαλτώσει. Ἡ ἀδικία, ἡ ἠθικὴ διαφθορά, ἡ κρίση ἀξιῶν, ἀλλὰ καὶ ἡ ἔξαρση τῆς ἐγκληματικότητας μαρτυροῦν πῶς χάσαμε τὸν προσανατολισμό μας. Ζοῦμε μακριὰ ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ ἔχουμε προσκολληθεῖ στὸ «ἐγώ». Ὁ συνάνθρωπός μας ἔρχεται σὲ δεύτερη μοίρα καὶ κινούμαστε ἀδιάφορα ἀπέναντι στοὺς ἄλλους, κοιτώντας τὸ προσωπικό μας συμφέρον. Μὲ τὸν ἀτομισμό μας αὐτὸ τὸ μόνο ποὺ κατορθώνουμε εἶναι νὰ νοιώθουμε ἕνα συναίσθημα μοναξιᾶς μέσα στὸ πλῆθος τοῦ ἀπολύτου κενοῦ. Ζοῦμε, ἂν εἶναι δυνατόν, χωρὶς νὰ ἀναπνέουμε, ἄρα δὲν ζοῦμε, γιατὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος παύει νὰ ἀγαπᾶ, παύει νὰ ἀναπνέει.
. Εἴμαστε, παρὰ ταῦτα, αἰσιόδοξοι, ὅτι ὁ σπόρος τῆς ἀγάπης τοῦ Γέροντος καλλιεργεῖται ἀπὸ τὰ πνευματικά του παιδιὰ καὶ ὡριμάζει σκοτώνοντας τὰ ζιζάνια ποὺ ἀπειλοῦν νὰ τὴν πνίξουν. Μὲ ὅπλο τὶς εὐχὲς τοῦ Γέροντος καὶ τὸ ζωντανὸ παράδειγμά του ὀφείλουμε ὅλοι μας νὰ συνεχίσουμε νὰ σκορποῦμε ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, μιὰ ἀγάπη ἀνόθευτη, ἀνιδιοτελῆ, διαυγῆ, χωρὶς ἴσως καὶ ἐάν, αὐτὴν ποὺ ἐκεῖνος μᾶς δίδαξε.
. Χαρά. Ἡ κατάκτηση τῆς χαρᾶς εἶναι ἴσως ἡ πιὸ ἔντονη ἐπιθυμία κάθε ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Ὁ Ἀριστοτέλης διδάσκει, ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει ὁ ἄνθρωπος μιὰ ζωὴ εὐδαιμονίας στηριζόμενος μόνο στὴν ἀνθρώπινη φύση του, ἀλλὰ μὲ τὴ δύναμη τοῦ θείου στοιχείου ποὺ ὑπάρχει μέσα του. Ὁ Χριστιανισμὸς βλέπει τὴν εὐτυχία πέρα ἀπὸ τὰ ἀσφυκτικὰ σχήματα τῶν αἰσθησιακῶν καὶ ὑλοκρατικῶν ἀπολαύσεων. Ἡ εὐτυχία ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ χαρὰ εἶναι στὴν οὐσία της μιὰ θεία δωρεά, ποὺ γι’ αὐτὸ εἶναι ἀκατάλυτη καὶ βρίσκεται μὲ τὴν προσέγγιση τῆς πηγῆς τῆς ζωῆς καὶ κάθε ἀγαθοῦ, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός.
. Δὲν εἶναι τυχαῖο, ὅτι 150 φορὲς ἀναφέρεται στὴν Καινὴ Διαθήκη ἡ λέξη χαρὰ καὶ 65 φορὲς τὸ ρῆμα “χαίρω”. Ὁ ὅσιος Σεραφείμ, τοῦ Σάρωφ, φώναζε κάθε ἄνθρωπο μὲ τὴ λέξη «χαρά μου», γιατὶ στὸ πρόσωπό του ἔβλεπε τὸν ἴδιο τὸν Θεάνθρωπον Ἰησοῦν. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀποκαλεῖ τὰ πνευματικά του παιδιὰ «χαρὰ καὶ στέφανόν του» (Φιλ. δ´ 1). Ὁ Εὐαγγελιστής, τέλος, Ἰωάννης στὴν τρίτη Ἐπιστολή του γράφει: «Μειζοτέραν τούτων οὐκ ἔχω χαράν, ἵνα ἀκούω τὰ ἐμὰ τέκνα ἐν ἀληθείᾳ περιπατοῦντα» (Γ´ Ἰωαν. α´ 4).
. Ὁ Γέροντας Γαβριὴλ ἦταν πάντοτε γεμάτος χαρά. Εἶχε καὶ παρουσίαζε τὴν χαρὰ ἐκείνη τοῦ πατέρα – βασιλιά, ὅπως παρουσιάζεται στὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου, καθὼς ἐπέστρεφε ὁ πλανημένος γιός του. Ἦταν γεμάτος ἀπὸ ἀληθινὴ χαρά, αὐτὴ ποὺ εἶναι χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τοῦ συνόλου τῶν εὐσεβῶν Χριστιανῶν. Οἱ πιστοὶ βιώνουμε τὴ χαρά, ἰδιαίτερα ὡς λατρευτικὴ κοινότητα, μὲ αἴνους καὶ δοξολογίες πρὸς τὸν Θεό, γιὰ τὰ ἔργα Του πρὸς τὸ λαό Του. Ὁ Γέροντας Γαβριὴλ θαύμαζε τὸ ἀποστολικὸ χωρίο «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε» (Φιλ. δ´ 4) τὸ ὁποῖο ἔχει μείνει γνωστὸ στὴν παγκόσμια θρησκευτικὴ λογοτεχνία ὡς ὁ ὕμνος τῆς χαρᾶς. Ἔτσι, καὶ ὅταν ἀκόμη τὸν συνεῖχε κάποια θλίψη, ἰδίως γιὰ προβήματα τοῦ κόσμου, δικά μας, τοῦ πνευματικοῦ του περιβάλλοντος, δὲν τὴν ἐξέφραζε. Παρουσίαζε αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουν οἱ Πατέρες «χαροποιὸν πένθος», δηλαδὴ χαρμολύπη, λέγοντας ὅτι ἀκόμη καὶ ἂν οἱ Χριστιανοὶ πορεύονται «ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου» (Ψαλμ. 22, 4) παρουσιάζονται «ὡς λυπούμενοι, ἀεί δὲ χαίροντες» (Β´ Κορ. ϛ´ 10).
. Εἰρήνη. Παρὰ τὸν πόθο κάθε ἀνθρώπου νὰ ζεῖ εἰρηνικὰ καὶ παρὰ τὶς καλές του προσπάθειες νὰ τὸ πετύχει, ὁ πόθος γιὰ εἰρήνη θὰ μένει πάντα ἀνέφικτος, ἐφ’ ὅσον αὐτὸς σπεύδει νὰ τὸν ἱκανοποιήσει μακριὰ ἀπὸ τὴν πηγή της. Καὶ πηγὴ τῆς ἀληθινῆς εἰρήνης εἶναι ὁ Τριαδικός μας Θεός.
. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ τῆς εἰρήνης μὲ φύση εἰρηνικὴ καὶ ἡ σχέση του μὲ τὸν Δημιουργό του μέσα στὸν Παράδεισο ἦταν ἀπόλυτα εἰρηνική. Ἀπὸ τὴν στιγμή, ὅμως, ποὺ σήκωσε σημαία ἀνταρσίας ἐναντίον Του καὶ ἀντιστρατεύθηκε στὸ θέλημά Του τὸ ἅγιο, διαταράχθηκε αὐτὴ ἡ ἀγαπητικὴ σχέση μαζί Του καὶ ἡ εἰρήνη φυγαδεύθηκε ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Τὴν ἐπαναφορὰ τῆς εἰρήνης στὴν ταραγμένη καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου πραγματοποίησε ὁ Χριστός μας, ἡ πηγὴ τῆς εἰρήνης, ὁ εἰρήναρχος Κύριος, ὁ ὁποῖος προσέφερε στοὺς ἀνθρώπους, τὴ δική Του εἰρήνη. «Εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν» (Ἰωάν. ιδ’ 27). Ἐὰν ἡ διάπραξη τῆς ἁμαρτίας ἔφερε τὴν ἔχθρα μὲ τὸν Θεὸ καὶ φυγάδευσε τὴν εἰρήνη, ἡ ἀποκατάσταση τῆς ἐπικοινωνίας μὲ τὸν Χριστὸ μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ μὲ πόλεμο. Ναί, μὲ πόλεμο. Καὶ τοῦτο γιατὶ εἰρήνη μὲ τὸν Θεὸ σημαίνει ὑποχρεωτικὰ πόλεμο μὲ τὸν διάβολο καὶ ἀντίστροφα εἰρήνη μὲ τὸν διάβολο σημαίνει πόλεμο μὲ τὸν Θεό. Ἔχουμε ἐδῶ παρεμβολὴ ἑνὸς «καλοῦ» πολέμου προκειμένου νὰ διακοπεῖ μιὰ «κακὴ» εἰρήνη. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Θεολόγος, πρὸς τοῦτο σημειώνει: «Κρείσσων ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ».
. Τὸν Γέροντα Γαβριὴλ διέκρινε αὐτὴ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ποὺ δὲν μοιάζει μὲ τὴν εἰρήνη, τὴν ὁποία προσφέρει ὁ κόσμος. Αὐτὴ εἶναι ἡ εἰρήνη ἡ «πάντα νοῦν ὑπερέχουσα» (Φιλ. δ´ 7). Δὲν παρουσίαζε μιὰ τυπική, ἐπιφανειακὴ εἰρήνη, αὐτὴ ποὺ κλείνει μέσα της τὸ σπέρμα τῆς ὑποκρισίας, τῆς ἀστάθειας καὶ τῆς ἰδιοτέλειας, ἀλλὰ μιὰ κατὰ βάθος καὶ πλάτος ὀντολογικὴ εἰρήνη, ἡ ὁποία ψυχικὰ μᾶς ἰσορροποῦσε, ὅλους τοὺς ταραγμένους ἀπὸ τὰ προβλήματα ποὺ φέρνει ἡ ὀλιγοπιστία, καὶ τοὺς διαρκῶς πολεμουμένους ἀπὸ τὸν ἀρχαῖο πολεμήτορα, τὸν διάβολο.
. Ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶχε κατοικητήριό της τὸν Γέροντα Γαβριὴλ πρόσφερε χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση σὲ ὅλους μας. Ἦταν ἀνόθευτη καὶ δὲν στηριζόταν σὲ ἰδιοτέλεια ἢ ἀνθρώπινη ἀδυναμία, ἀλλὰ στὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὑποκείμενο τῆς ἀληθινῆς εἰρήνης γιὰ τὸν Γέροντα, ὅπως καὶ γιὰ ὅλους μας, εἶναι ὁ ἴδιος Θεός, ὁ ὁποῖος ὡς Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης χορηγεῖ τὴν εἰρήνη αὐτὴ καὶ στὸν ἄνθρωπο, μέσῳ τοῦ εἰρηνοποιοῦ Χριστοῦ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Ἔδειχνε ὁ Γέροντας νὰ ἔχει μόνιμα τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, αὐτὴ ποὺ λαχταράει ἡ καρδιὰ ὅλων μας καὶ αὐτὴ ποὺ ὁ κόσμος βλέποντας στὸ πρόσωπο τοῦ Γέροντα, τοῦ ἀληθινοῦ «Ἰσραηλίτη» (Ἰωάν. α´ 48) πίστευε στὸν Χριστό μας καὶ ὁμολογοῦσε ὅτι ἡ πραγματικὴ εἰρήνη ἑδράζεται στὸν προσωπικό μας σύνδεσμο μὲ τὸν Θεό, τὸν Ἄρχοντα τῆς εἰρήνης. Μιᾶς εἰρήνης ποὺ δὲν εἶναι στατική, ἀλλὰ δυναμική, δηλαδή, δὲν κατακτᾶται ἐφ’ ἅπαξ, ἀλλὰ εἶναι τρόπος ζωῆς ποὺ προάγεται διαρκῶς.
. Μακροθυμία. Μακροθυμία νοεῖται ἡ ἀρετὴ ποὺ περικοσμεῖ αὐτὸν ποὺ συγχωρεῖ, ποὺ δείχνει ἀκόμα καὶ ἔλεος σὲ ὅσους τὸν λυποῦν. Σὲ αὐτὴ τὴ λέξη καθρεφτίζεται ὁ Γέροντας Γαβριήλ, ὁ εὔσπλαγχνος, ὑπομονετικός, ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν διαμαρτυρόταν γιὰ τίποτα, ἀφοῦ ὅλα τὰ δικαιολογοῦσε. Πρότυπό του εἶχε τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας, «τὸν μακρόθυμο καὶ πολυέλεο καὶ ἀληθινό» (Ψαλμ. ΡΒ´[102] 8). Εἶχε τὸν Θεάνθρωπον Ἰησοῦν, τοῦ ὁποίου ὅλα τὰ γεγονότα τῆς ἐπιγείου ζωῆς ἐπάνω στὸ ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας, ἀπὸ τὴ Γέννησή Του μέχρι τὸ Σταυρό, τὸ θάνατο καὶ τὴν Ἀνάστασή Του, μαρτυροῦν ἀπύθμενη ἀνεκτικότητα. Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ ἀναφωνήσει ἡ Ἐκκλησία μὲ τὰ χείλη τῶν ψαλτῶν στὸ τέλος κάθε εὐαγγελικῆς περικοπῆς τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης, παρὰ τὸ «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ Σου, Κύριε»;
. Ὁ Γέροντας Γαβριήλ, ὅπως ὁ Χριστός μας, ἦταν «ταχὺς εἰς τὸ ἀκοῦσαι, βραδὺς εἰς τὸ λαλῆσαι, βραδὺς εἰς ὀργήν» (Ἰακ. α´ 19). Ἔτσι, ἀπέβλεπε στὸ νὰ δώσει χρόνο μετανοίας σὲ αὐτοὺς ποὺ ζητοῦσαν τὴν πατρότητά του καὶ κατὰ δεύτερο λόγο στὸ νὰ ἑλκύσει κοντὰ στὸ Χριστό μας καὶ ἄλλες συγγενικὲς αὐτῶν ψυχές. Ἔφερνε στὸ νοῦ του τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ μας, ἡ ὁποία μετέβαλε τὸν διώκτη Παύλο σὲ κήρυκα, τὸν τελώνη σὲ εὐαγγελιστή,, τὸν Ζακχαῖο σὲ ἐλεήμονα, τὴ Σαμαρείτισσα σὲ ἀπόστολο.
. Ἂν θέλουμε, λοιπόν, καὶ ἐμεῖς νὰ μιμηθοῦμε τὸν Γέροντα Γαβριήλ, καλὸ θὰ εἶναι νὰ μακροθυμοῦμε. Καὶ νὰ μὴν ξεχνοῦμε αὐτὸ ποὺ μᾶς διδάσκει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, ὁ Σῦρος. Ἐὰν ζητήσεις κάτι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δὲν εἰσακουσθεῖς, μὴν λυπᾶσαι, γιατὶ ἐσὺ δὲν εἶσαι πιὸ σοφὸς ἀπὸ Ἐκεῖνον. Αὐτὸ τὸ κάνει ὁ Θεὸς ἀπὸ μακροθυμία! Δηλαδή, ἢ γιατὶ εἶσαι ἀνάξιος νὰ δεχθεῖς τὴν ἐκπλήρωση τοῦ αἰτήματός σου καὶ ἄρα θὰ ζημιωθεῖς ἀπὸ τὴν ἐκπλήρωσή του, ἢ γιατὶ δὲν ἔφθασες ἀκόμη σὲ τέτοια πνευματικὰ μέτρα, ὥστε νὰ μπορεῖς νὰ δεχθεῖς τὸ χάρισμα ποὺ ζητᾶς! Γιατὶ ὅ,τι λαμβάνουμε εὔκολα, γρήγορα τὸ χάνουμε, ἐνῶ ἕνα πράγμα ποὺ τὸ ἀποκτᾶμε μὲ καρδιακὸ πόνο καὶ δάκρυα, τὸ φυλάσσουμε ὡς θησαυρὸ μὲ μεγάλη προσοχή.
. Χρηστότητα. Τὸ ἐπίθετο «χρηστός» ποὺ σημαίνει, καλός, ἤπιος, μαλακός, καλοκάγαθος, ἐνεργητικὰ εὐεργετικὸς παρὰ τὴν ἀχαριστία ποὺ μπορεῖ νὰ ἐκδηλώνεται, ταιριάζει ἀπόλυτα στὸν Γέροντα Γαβριήλ. Αὐτὸς κατὰ μίμηση τοῦ εὔσπλαγχνου Χριστοῦ μας ἦταν διαρκῶς «χρηστός καὶ ἐπιεικής» (Ψαλμ. ΠΕ´ [85], 5) πρὸς ὅλους. Ὁ Κύριός μας κατὰ τὸν ὑμνωδὸ τοῦ ἕκτου ἀναβαθμοῦ: «Ἁγίῳ Πνεύματι, θεολογοῦντες φῶμεν· Σὺ εἶ Θεός, ζωή, ἔρως, φῶς, νοῦς, Σὺ χρηστότης, Σὺ βασιλεύεις εἰς τοὺς αἰῶνας», ἀναφέρεται ὅτι εἶναι ἡ ζωή μας, ἡ ἀγάπη μας, τὸ φῶς μας, ὁ νοῦς ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ νὰ σκεπτόμαστε σωστά. Εἶναι ἡ ἁγιότητα καὶ Αὐτὸς ποὺ βασιλεύει στοὺς αἰῶνες.
. Ὁ Γέροντας Γαβριὴλ ὡς πνευματικὸς ἀνθρώπων ποὺ ζοῦσαν μέσα στὸν κόσμο τῶν ἠδονῶν καὶ τῶν παθῶν ἐπιθυμοῦσε τὰ πνευματικά του παιδιὰ νὰ κόψουν τοὺς δεσμοὺς τῆς ἁμαρτίας ποὺ τοὺς κρατοῦσαν καθηλωμένους μακριὰ ἀπὸ τὴ θεϊκὴ εὐσπλαχνία. Καὶ προέβαλλε τὸν ἑαυτό του παράδειγμα μὲ τὴ χρηστότητα τῶν τρόπων ποὺ τὸν χαρακτήριζαν, μὲ τὴν εὐεργετικὴ διάθεση καὶ φιλανθρωπία του πρὸς τοὺς συνανθρώπους του, μὲ τὴν διαρκῆ ἐργασία τοῦ ἀγαθοῦ, μὲ τὴν ἁπλόχερη ἀγάπη του, ποὺ ἔδειχνε ὅτι μέσα του καρποφοροῦσε πλούσια τὸ Πανάγιο Πνεῦμα.
. Ἀγαθωσύνη. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός μας εἶχε πεῖ πῶς «ἐκ τοῦ καρποῦ τὸ δένδρον γινώσκεται» (Ματθ. ιβ´ 33), ὥστε ὁ πνευματικὰ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος, ὅπως ἦταν ὁ Γέροντας Γαβριὴλ, νὰ ξεχωρίζει ἀπὸ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μὲ τοὺς ὁποίους εἶναι στολισμένος.
. Ἡ ἀγαθωσύνη τοῦ Θεοῦ, ὡς βασικὴ διάσταση τῆς ἀγάπης Του, ἡ πραγματική Του φροντίδα γιὰ ἐκείνους ποὺ ἀγαπᾶ, φαίνεται μὲ διάφορους τρόπους σὲ ὅλη τὴ δημιουργία, ἀγγίζοντας πολὺ περισσότερο ἐμᾶς, ποὺ πλασθήκαμε κατ᾽ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσή Του. Ἡ ἀγαθωσύνη τοῦ Γέροντος Γαβριὴλ, τοῦ «ἀγαθοῦ ἰσραηλίτου» τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ «δόλος οὐκ ἔστι» (Ἰωαν. α´ 47) στὸ στόμα του ἦταν χαρακτηριστική. Ξεχώριζε ὄχι μόνο μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων τῶν «ὁμοιοπαθῶν ἡμῖν» (Ἰακ. ε´ 17), ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῶν Ἱερέων τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου.
. Ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου καὶ τῶν πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν Θεὸν Πατέρα, τὴ σταυρικὴ θυσία καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας μας τὴν Πεντηκοστὴ μὲ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος, ἡ ἀγαθωσύνη Του εἶναι ἀδιαλείπτως παροῦσα στὴ ζωή μας λυτρωτικὰ καὶ ἐπεκτείνεται ἀδιακρίτως σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀφοῦ Ἐκεῖνος «ἀνατέλλει τὸν ἥλιον Αὐτοῦ ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθ. ε´45). Καὶ ἡ ἀγαθωσύνη τοῦ Γέροντος, ποὺ ἀναλωνόταν στὶς πνευματικὲς καὶ ὄχι μόνον ἀνάγκες τῶν κατὰ πνεῦμα παιδιῶν του δὲν εἶχε ὅρια, οὔτε διακρίσεις. Μάλιστα στὰ ἀνυπάκοα παιδιά του ἔδειχνε περισσότερο τὴν ἀγαθωσύνη του, στὴν προσπάθειά του νὰ τὰ φέρει σὲ ἐπίγνωση, μετάνοια καὶ σωτηρία.
. Πίστη. Ὁ ἕβδομος καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὸν Παῦλο καὶ παράλληλα ἡ πρώτη ἀπὸ τὶς τρεῖς μεγάλες θεολογικὲς ἀρετὲς εἶναι ἡ πίστη.
. Πίστη εἶναι ἡ ἔμφυτη θρησκευτικότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἡ συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας του καὶ ἡ ἀνάγκη γιὰ συνεχῆ προστασία ἀπὸ τὸν Παντοδύναμο Θεό. Σύμφωνα μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, στὴν πρὸς Ἑβραίους Έπιστολή του: « Ἔστι δε πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Ἑβρ. ια´ 1). Δηλαδή, ἡ πίστη εἶναι ἡ πεποίθηση ποὺ ἔχουμε, ὅτι ὑπάρχουν ὅσα ἐλπίζουμε στὴ μέλλουσα ζωὴ καὶ ἡ ἀπόδειξη ὅτι εἶναι ἀληθινὰ πράγματα τὰ ὁποῖα δὲν συλλαμβάνουν οἱ αἰσθήσεις μας.
. Ὁ ἄνθρωπος ἐλάχιστα μπορεῖ νὰ γνωρίζει ἀπὸ τὴν πρόοδο καὶ τὴν ἐξέλλιξη τῆς ἀτομικῆς ἐπιστήμης καὶ τεχνολογίας. Ἔτσι ἡ πίστη γίνεται ἀναγκαία γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὅπως ἡ ἀναπνοή. Θεωρεῖται ἡ ἕκτη του αἴσθηση, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ συλλάβει ἔννοιες, οἱ ὁποῖες δὲν ὑπακούουν στὴ λογικὴ καὶ γιὰ νὰ γνωρίσει τὶς ὑπερφυσικὲς ἀλήθειες. Ἀκόμη καὶ στὴ φυσικὴ ἐπιστήμη, στὰ μαθηματικὰ καὶ στὴ χημεία πρέπει νὰ ὑπάρχει πίστη, γιατὶ αὐτὲς οἱ ἐπιστῆμες βασίζονται σὲ ἀρχὲς καὶ ἀξιώματα, τὰ ὁποῖα ἀποδεχόμαστε ἀναπόδεικτα.
. Ἡ πίστη, ἔλεγε ὁ Γέροντας, εἶναι ἡ βάση στὴν ὁποία στηρίζονται ὅλες οἱ χριστιανικὲς ἀρετές. Χωρὶς αὐτὴ ἡ πνευματική μας ζωή παραμένει μετέωρη. Εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη μας στὸ Θεό, στὴν πρόνοιά Του, στὴν προστασία Του, στὴ διαρκῆ βοήθειά Του. Καὶ δὲν τὰ ἔλεγε μόνο μὲ τὸ στόμα. Τὰ βίωνε, γι’ αὐτὸ καὶ σὲ ὅλη του τὴν ζωή μᾶς παρότρυνε νὰ φωνάζουμε: «Πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Ἡ πίστη μας εἶναι ἡ γέφυρα ποὺ μᾶς συνδέει μὲ τὸν Κύριο καὶ μᾶς ὁδηγεῖ πρὸς τὴν ἀγάπη Του. Δημιουργεῖ τὴν ἀνάγκη τῆς διαρκοῦς ἐπικοινωνίας μαζί Του μέσῳ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς σύμφωνης μὲ τὸ θέλημα Του ζωῆς μας. Γι’ αὐτὸ ἡ πίστη δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ ἀρετή. Εἶναι τὸ ἡλεκτροφόρο καλώδιο ποὺ συνδέει τὸν πίνακα τῶν ἀρετῶν μὲ τὴν πηγὴ τοῦ ἡλεκτρισμοῦ, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός μας.
. Πραότητα. Χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τοῦ Γέροντος Γαβριήλ, καθὼς καὶ κάθε πνευματοφόρου ἀνθρώπου κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο εἶναι ἡ πραότης. Ζωγραφισμένη στὸ πρόσωπο τοῦ Γέροντος ἡ μεγάλη αὐτὴ ἀρετὴ μᾶς ἀπεικόνιζε τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας ποὺ μᾶς εἶπε: «Μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾶός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ (Ματθ. ια´ 29). Γι’ αὐτὸν ἰσχύει καὶ ὁ μακαρισμὸς τοῦ Κυρίου: «Μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν» (Ματθ ε´ 5). Θυμὸς καὶ ἐριστικότητα γιὰ τὸν Γέροντα ἦταν ξένα πράγματα. Δὲν συμφωνοῦσαν μὲ τὸν χαρακτήρα του. Εἶχε τὸ χάρισμα τῆς πραότητας. Ἦταν εἰρηνικός, ἥσυχος, ἐπιεικής, ἀκόμη καὶ ἂν τὸν ἀδικοῦσαν καὶ τὸν περιφρονοῦσαν. Σὲ τέτοιες στιγμὲς ἀπαντοῦσε στὶς προκλήσεις τῶν ἄλλων μὲ ὑπομονὴ καὶ ἀταραξία. Εἴτε ἀπαντοῦσε μὲ τὴ σιωπή του, εἴτε μὲ λόγους καταπραϋντικούς, χωρὶς νὰ ρίχνει λάδι στὴ φωτιά ποὺ οἱ ἄλλοι ἄναβαν.
. Ἔλεγε ὁ Γέροντας ὅτι ἡ ὀργὴ καὶ ἡ ἀγανάκτηση προέρχονται τόσο ἀπὸ ἐγωϊστικὸ καὶ ὑπερήφανο καὶ ἀτομιστικὸ φρόνημα, ὅσο καὶ ἀπὸ ἠθικὴ ἀδιαφορία καὶ ἔλλειψη ἐπαρκοῦς συναισθήσεως τῆς ἁμαρτωλότητός μας. Ἀφοῦ ὁ καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἡ «πραότης» καὶ ὁ Χριστός μας εἶναι πρᾶος καὶ ταπεινός, ἡ μίμησή Του μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἀδελφοσύνη, μᾶς κόβει τὸ θυμό, μᾶς προφυλάσσει ἀπὸ τὴν ὀργὴ καὶ κάνει νὰ φρίττουν οἱ δαίμονες.
. Ἐγκράτεια. Ἐγκράτεια σημαίνει νὰ μποροῦμε νὰ ἐλέγχουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὶς ἐπιθυμίες μας, νὰ μὴν μᾶς κυριεύουν τὰ πάθη, ὅπως εἶναι ἡ σαρκολατρεία, ἡ φιλαργυρία, ἡ ζήλεια, ὁ θυμός, ἡ λαιμαργία καὶ πολλὰ ἄλλα.
. Ὁ ἀνώνυμος σχολιαστὴς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος διακρίνει τὴν ἐγκράτεια σὲ αἰσθητὴ καὶ σὲ νοητή. Αἰσθητὴ ἐγκράτεια εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ ὅλες τὶς ἀθέμιτες πράξεις ποὺ ἐνεργοῦμε μέσῳ τῆς σάρκας. Καὶ νοητὴ ἐγκράτεια εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ νοῦ ἀπὸ τὴ φιληδονία ποὺ προκαλοῦν οἱ ἐμπαθεῖς λογισμοί.
. Ὁ Γέροντας Γαβριὴλ ἦταν ἐγκρατὴς σὲ ὅλα. Ὄχι μόνο στὶς τροφές, στὴν αἰχμαλωσία τοῦ χρήματος, στὶς ἐμπαθεῖς ἐπιθυμίες, στὴ διαχείρηση τοῦ χρόνου του. Μὲ τὴν ἐγκράτειά του ὁ Γέροντας ἀπαλλασσόταν ἀπὸ ἀκαθάρτους λογισμούς, οἱ ὁποῖοι καὶ δὲν τὸν πλησίαζαν γιατὶ ὁ Γέροντας ἦταν ἐντελῶς καθαρὸς καὶ γι’ αὐτὸν ἴσχυε τὸ ἀποστολικὸ: «τὰ πάντα καθαρὰ τοῖς καθαροῖς» (Τῖτ. α´ 15). Αὐτὴ τὴν ἐγκράτεια δίδασκε καὶ σὲ ὅλους ποὺ τὸν πλησιάζαμε ὄχι μὲ λόγια, ἀλλὰ μὲ τὸ βίωμά του, λέγοντας ὅτι ἄλλος δρόμος ἐκτὸς τῆς ἐγκρατείας δὲν ὑπάρχει ποὺ νὰ ὁδηγεῖ στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
. Οἱ καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ καλλιεργήθηκαν ὅλοι μαζὶ ἀπὸ τὸν Γέροντα Γαβριὴλ γλύκαναν τὴ ζωή του, ἀλλὰ καὶ τὴ δική μας, τὸν ἔδειξαν μέτοχο τοῦ ἀκτίστου φωτὸς καὶ πνευματικὸ πατέρα φιλόστοργο καὶ γλυκύτατο. Ἀπὸ τὰ οὐράνια σκηνώματα, ὅπου σὰν πολύκαρπο δένδρο μεταφυτεύθηκε, ἂς εὔχεται καὶ γιὰ τὴ δική μας πλούσια καρποφορία τῶν ἀρετῶν, τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου